Οι τρεις πληγές του συστήματος υγείας

Τα παρακάτω είναι  μέρος άρθρου  Του Πέτρου Κωνσταντινίδη στην εφημερίδα ΤΑ ΝΕΑ – 11/03/2024 (σελ. 8)

Υποχρηματοδότηση, κακή διαχείριση πόρων και σχεδόν ανύπαρκτη πρωτοβάθμια φροντίδα

Η δημιουργία του Εθνικού Συστήματος Υγείας το 1983 αποτέλεσε μία από τις μεγαλύτερες – αν όχι τη μεγαλύτερη – μεταρρυθμίσεις της Μεταπολίτευσης. Οπως κάθε άνθρωπος που πατάει τα 40, όμως, έτσι και το ΕΣΥ έχει αρχίσει να παρουσιάζει ορισμένες δυσλειτουργίες – πόσω μάλλον όταν έχει περάσει μία δεκαετία υπό τη σκληρή πίεση της λιτότητας. Παρά την υψηλή κατάρτιση των εργαζομένων του, οι οικονομικές πληγές του συστήματος υγείας δημιουργούν προβλήματα στην παροχή των υπηρεσιών υγείας.

Η κυβέρνηση φαίνεται να αναγνωρίζει πως το ΕΣΥ χρειάζεται σημαντική ανανέωση. Γι’ αυτό άλλωστε το έθεσε και στην κορυφή της ατζέντας της πριν από τις εκλογές του 2023. Τα βασικά προβλήματα όμως παραμένουν πολύπλοκα και εν πολλοίς άλυτα. «Τα οικονομικά προβλήματα του ΕΣΥ χωρίζονται σε τρεις μεγάλες αλληλένδετες κατηγορίες: (α) δαπάνες για την υγεία, (β) διαχείριση των νοσοκομειακών πόρων και (γ) κενά στην πρωτοβάθμια φροντίδα» λέει στα «ΝΕΑ» ο Μιχάλης Χλέτσος, καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης στο Πανεπιστήμιο Πειραιώς (ΠΑΠΕΙ).

Δαπάνες για την υγεία

Το 2022, η Ελλάδα δαπάνησε το 8,6% του ΑΕΠ της για την υγεία. Το ποσοστό αυτό είναι ελαφρώς χαμηλότερο από το 9,2%, που ήταν ο μ.ό. των χωρών του ΟΟΣΑ την ίδια χρονιά. Η κατά κεφαλήν δαπάνη για την υγεία βρισκόταν το 2022 στα 3.015 δολάρια στην Ελλάδα, ενώ ο μέσος όρος των χωρών του ΟΟΣΑ ήταν στα 4.986 δολάρια. Αν και μεταξύ 2019 και 2022 καταγράφηκε μια σημαντική αύξηση της κατά κεφαλήν δαπάνης κατά 4,4%, είναι σαφές πως η πρόοδος αυτή δεν είναι αρκετή.

Ωστόσο, αυτά τα ποσοστά δεν αφορούν τη δημόσια δαπάνη για την υγεία, αλλά το σύνολο των χρημάτων που δαπανώνται στην υγεία από κράτος και πολίτες μαζί. Η Ελλάδα βρίσκεται στην τελευταία θέση μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ σε ό,τι αφορά το ποσοστό του κρατικού προϋπολογισμού που δαπανάται στη δημόσια υγεία με 9,9%. Σε ό,τι αφορά το ποσοστό των δαπανών για την υγεία που προέρχεται από δημόσιους πόρους, δηλαδή φόρους και εισφορές, το ποσοστό ανερχόταν στο 62% το 2022, ενώ ο αντίστοιχος μ.ό. στον ΟΟΣΑ ήταν 73%. Αυτό σημαίνει ότι το υπόλοιπο 38% των δαπανών για την υγεία προερχόταν από μη δημόσιους πόρους και αφορά πληρωμές σε ιδιώτες γιατρούς και ιδιωτικά νοσοκομεία, αγορά φαρμάκων με ιδία συμμετοχή, διενέργεια διαγνωστικών εξετάσεων, αλλά και άτυπες πληρωμές όπως είναι το λεγόμενο «φακελάκι».

Ετσι, δημιουργείται ζήτημα έλλειψης ισότητας στην πρόσβαση στο σύστημα υγείας. Το γεγονός αυτό, σε συνδυασμό με την άνοδο του κόστους για την παροχή υπηρεσιών υγείας που συνεπάγονται οι πιο εξελιγμένες τεχνολογίες και θεραπείες, καθώς και την ταυτόχρονη γήρανση του πληθυσμού, δημιουργούν την άμεση ανάγκη για μεγαλύτερη χρηματοδότηση.

Πώς όμως θα μπορέσουν να επενδυθούν περισσότερα χρήματα στο ΕΣΥ; Μια πρώτη σκέψη θα ήταν η αύξηση των εισφορών. «Ομως η αύξηση των εισφορών θα φέρει και αύξηση του κόστους εργασίας για τις επιχειρήσεις, πράγμα που θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στην οικονομία» λέει ο καθηγητής του ΠΑΠΕΙ. «Ταυτόχρονα, το σενάριο της μεγαλύτερης συμβολής του κράτους στην υγεία έχει άλλες δυσκολίες, καθώς τα χρήματα θα πρέπει να προέρχονται από άλλους νευραλγικούς τομείς, όπως είναι η παιδεία ή η άμυνα» προσθέτει.

«Σε πρώτο στάδιο, η λύση είναι να εξορθολογιστούν οι δαπάνες των δημόσιων νοσοκομείων. Ο εξορθολογισμός αυτός όμως δεν θα πρέπει να γίνει με οριζόντιες περικοπές όπως έγινε στην εποχή των μνημονίων, με αποτέλεσμα τη μείωση των παροχών. Σε δεύτερο χρόνο, θα πρέπει να γίνουν σοβαρές μελέτες για να βρεθεί τρόπος να αυξηθούν τα έσοδα των νοσοκομείων και άλλων δομών της δημόσιας υγείας» υπογραμμίζει ο Μ. Χλέτσος.

Τα οικονομικά του ΕΣΥ σε αριθμούς

 

H Ελλάδα είναι ΠΡΩΤΗ στους Γιατρούς ανά κάτοικο!

H Ελλάδα είναι ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ στην ΕΕ στο Νοσηλευτικό προσωπικό ανά κάτοικο!

Κοινοποίηση

You may also like...

Leave a Reply

Your email address will not be published. Required fields are marked *